1. ΚΕΙΜΕΝΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ
Α΄ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ
«Τα φαντάσματα»
Μαρίας Ιορδανίδου
Ένα άλλο τέλος του αφηγήματος.
2. …Έτσι, όταν τέλειωσε η βεγγέρα, πήγα για ύπνο. Όμως, πού
να με πάρει! Γύριζα σα σβούρα στο κρεβάτι, με το νου μου να
γυρνά συνέχεια σ’ αυτό που είχαμε ακούσει τότε στο νεκροτα-
φείο. Κάποια στιγμή όμως αποκοιμήθηκα. Και στον ύπνο μου
ξαναείδα την εικόνα του νεκροταφείου, πιο ζωντανή από ποτέ!
Ένιωσα ότι κάτι με τραβούσε προς τα εκεί, χωρίς να ξέρω τι
είναι αυτό. Ξύπνησα λουσμένη στον ιδρώτα από αγωνία και η
σκέψη ήταν εκεί, το ίδιο βασανιστική.
3. • Έτσι, κανόνισα να πάμε πάλι
σ’ εκείνο το παλιό νεκροταφείο.
Η ίδια παρέα, όπως παλιά. Δεν
ήταν δύσκολο. Όλοι ήθελαν να
λύσουν το μυστήριο. Συναντη-
θήκαμε, ο καθένας ξεκινώντας
από διαφορετική περιοχή, και
το ταξίδι άρχισε. Μετά από
λίγες ώρες φτάσαμε. Πριν καλά
καλά να το καταλάβουμε, είχε
έρθει η νύχτα κι εμείς είχαμε
φτάσει στον προορισμό μας.
Σε κάποιο σημείο αφήσαμε το
αυτοκίνητο και συνεχίσαμε με
τα πόδια, γιατί το έδαφος ήταν
ανώμαλο. Το ένιωθα, είχα
ανατριχιάσει. Ήταν σα να
ξαναζούσα το όνειρό μου!
4. Είχαμε φτάσει αρκετά κοντά και
η αγωνία μου είχε χτυπήσει
κόκκινο! Πρόσεξα πως και το
φεγγάρι ήταν κόκκινο. Εκείνη
τη στιγμή είχε απόλυτη ησυχία.
Όταν φτάσαμε στο νεκροταφείο
ήταν ανατριχιαστικά! Ανοίξαμε
τη σκουριασμένη βαριά
σιδερένια πόρτα και μπήκαμε.
Ξαφνικά,φύσηξε δυνατά. Η
πόρτα έκλεισε με δύναμη και τα
καντηλάκια έσβησαν. Το ίδιο
ανεξήγητα, ο αέρας σταμάτησε.
Όλοι μας τρομάξαμε αλλά
κανένας δεν είπε τίποτα.
6. Παράλληλα, ακούστηκε μια ανάσα, ένα βαρύ βήμα να πλησιά-
ζει, κάτι να σέρνεται. Αυτή τη φορά μας έπιασε πανικός.
Προσπαθήσαμε να φύγουμε, αλλά η πόρτα είχε κολλήσει. Μια
σκιά είδα πίσω μου κι ένιωσα κάτι να μ’ αγγίζει! Η πόρτα
επιτέλους άνοιξε. Έτρεξα όσο πιο γρήγορα μπορούσα. Το ίδιο
έκαναν κι οι άλλοι.
7. Όταν φτάσαμε σπίτι, είχε σχεδόν ξημερώσει κι εγώ δεν είχα
ακόμα συνέλθει από το σοκ. Στο δρόμο είδα κάποιον ντόπιο
και περίεργη τον ρώτησα τι ήξερε για την ιστορία του
νεκροταφείου. Μου είπε ότι εκεί παλιά, πριν πολλά χρόνια,
είχε πεθάνει κάποιος ανεξήγητα και από τότε συχνά
συμβαίνουν διάφορα περίεργα γεγονότα. Το συζήτησα με την
παρέα μου κι αποφασίσαμε να μην πούμε τίποτα σε κανέναν.
Να το ξεχάσουμε. Αμφιβάλλω, βέβαια, αν μπορούσαμε.
8. Περιττό να σας πω ότι από τότε αποφεύγω με κάθε τρόπο
να πηγαίνω σε νεκροταφεία και σε μέρη που έχουν πεθάνει
ξαφνικά άνθρωποι. Πλέον πιστεύω όλα όσα λένε για τα
φαντάσματα. Τελικά, το μυστήριο του νεκροταφείου δεν
λύθηκε. Υπάρχουν, φαίνεται, ανεξήγητα πράγματα, που θα
μείνουν για πάντα μυστήρια...