Εργασία για το μάθημα της Πληροφορικής.
Ιστορία των Αμπελοκήπων. Παράδοση Αθήνας-Πειραιά στους Γερμανούς (από ανάρτηση στο δικτυακό τόπο της εφημερίδας «ΤΟ ΒΗΜΑ»+.
Σχολικό έτος: 2013-2014 (Πολυμέσα & «Διάλογοι»/ Τοπική Ιστορία και Περιβαλλοντική «Ερευνώ και μελετώ το περιβάλλον που βρίσκεται το Σχολείο μου»)
Παράδοση Αθήνας-Πειραιά στους Γερμανούς. (από ανάρτηση στο διαδίκτυο και σχολιασμός)
1. Ιστορία των Αμπελοκήπων
Παράδοση Αθήνας-Πειραιά στους Γερμανούς
(από ανάρτηση στο δικτυακό τόπο της εφημερίδας «ΤΟ ΒΗΜΑ»
http://www.tovima.gr/society/article/?aid=327681
ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ: 24/04/2010 06:53)
«
27 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 1941
«Στο καφενείο μας παραδόθηκε η Αθήνα»
Τίποτε σήμερα δεν είναι ίδιο στο σημείο όπου υπεγράφη η παράδοση της πόλης
στους Γερμανούς. Ωστόσο δύο δεκάχρονοι τότε «μάρτυρες» της ιστορικής
στιγμής θυμούνται ακόμη πολλά...
Ο στρατιωτικός διοικητής, φρούραρχος της Αθήνας, Χρήστος Καβράκος συζητεί,
καπνίζοντας με
τον
συνταγματάρχη Χέρμαν
φον Σέφεν, στο καφενείο
«Παρθενών*», κατά τη διάρκεια της παράδοσης της πρωτεύουσας στους
Γερμανούς, πριν από 69 χρόνια (αριστερά). Το κτίριο, στο ισόγειο του οποίου
στεγαζόταν το καφενείο και διαδραματίστηκαν οι στιγμές εκείνες, όπως είναι
σήμερα, στη συμβολή των λεωφόρων Κηφισιάς και Αλεξάνδρας (δεξιά).
Η σκόνη που απλωνόταν εκείνο το κυριακάτικο πρωινό του Απρίλη επάνω από τη
λεωφόρο Κηφισιάς δεν οφειλόταν στον άνεμο ούτε προμήνυε κάτι καλό. Στα αφτιά
δύο μικρών παιδιών, που στέκονταν αντικριστά, στη συμβολή των λεωφόρων
2. Κηφισιάς και Αλεξάνδρας, έφτανε ο θόρυβος από τις ερπύστριες και τις μηχανές
αρμάτων μάχης και μοτοσικλετών. Μέσα από τη σκόνη, και μπροστά από την Αγία
Τριάδα, ξεπρόβαλαν οι πρώτες φιγούρες: στρατιώτες και αξιωματικοί πάνω σε
μοτοσικλέτες και τεθωρακισμένα οχήματα. Την ίδια ώρα, στο καφενείο απέναντι
από την έπαυλη Θων, κατέφτανε η αντιπροσωπεία των αξιωματούχων της
πρωτεύουσας. Σε λιγότερο από δύο ώρες η Αθήνα κηρυσσόταν «ανοχύρωτη
πόλη» και παραδιδόταν στους γερμανούς κατακτητές.
Έχουν περάσει 69 χρόνια από την 27η Απριλίου του 1941, όταν οι τελευταίοι
εκπρόσωποι του μεταξικού καθεστώτος, ο φρούραρχος και στρατιωτικός
διοικητής της πόλης υποστράτηγος Χρήστος Καβράκος και ο δήμαρχος Αμβρόσιος
Πλυτάς, συνάντησαν σε εκείνο το καφενείο με την επωνυμία «Παρθενών*» τους
αξιωματικούς των χιτλερικών ορδών και τους παρέδωσαν τα «κλειδιά» της
Αθήνας. Για τον κ. Μάρκο Γλεντζάκη και τον κ. Νίκο Παραδείση όμως, τα δύο
μικρά παιδιά εκείνου του «φυλλοβόλου Απρίλη», το πέρασμα κοντά επτά
δεκαετιών δεν έχει σβήσει τις θύμησες, τις εικόνες, τη στενοχώρια, την έκπληξη
αλλά και την οργή των στιγμών. Ειδικά για τον πρώτο, που ήταν τότε 10 ετών και
γιος του ιδιοκτήτη του «Παρθενώνα» Ανδρέα Γλεντζάκη, ενός αψίκορου Κρητικού
από την Ασή Γωνιά Χανίων, βετεράνου του Μακεδονικού Αγώνα, των Βαλκανικών
και των χαρακωμάτων του Βερντέν, στον «Μεγάλο Πόλεμο».
Σπίτια και καταστήματα κλειστά
«Από τα χαράματα ο πατέρας μου τριγύριζε σαν το λιοντάρι στο κλουβί μέσα στο
σπίτι, ως τη στιγμή που χτύπησε το τηλέφωνο. Την προηγούμενη ημέρα είχε
εκδοθεί διαταγή από το Φρουραρχείο να μείνουν καταστήματα και σπίτια κλειστά.
Σήκωσε το ακουστικό, του είπαν να κατέβει στο καφενείο, να το ανοίξει, ήταν
προσωπική διαταγή του Καβράκου, θα συνέβαινε κάτι σημαντικό» διηγείται ο κ.
Γλεντζάκης ενθυμούμενος εκείνη την ημέρα.
Ο Ανδρέας Γλεντζάκης κατέβηκε. Τον είχαν όμως ζώσει τα φίδια. «Ούτε
πρόσεξε που τον ακολούθησα ούτε τον ένοιαξε. Άνοιξε το καφενείο, έβαλε φωτιά
για τη χόβολη, τακτοποίησε τα μαρμάρινα τραπεζάκια. Περίμενε». Όπως
περίμενε, με κρατημένη την ανάσα της, όλη η Αθήνα. Στις 8 το πρωί οι πρώτοι
μοτοσικλετιστές με επικεφαλής τον ανθυπολοχαγό της Βέρμαχτ Φριτς Ντίρφλιγκ
σταματούσαν μπροστά από το καφενείο. Οι Καβράκος και Πλυτάς συνοδευόμενοι
από τον δήμαρχο Πειραιά Μιχάλη Μανούσκο, τον νομάρχη Αττικοβοιωτίας
Κωνσταντίνο Πετζόπουλο και τον γερμανομαθή συνταγματάρχη Κώστα
Κανελλόπουλο, που ανέλαβε χρέη μεταφραστή, τον υποδέχθηκαν και του
υπέβαλαν το αίτημα παράδοσης. Ο Ντίρφλιγκ δήλωσε αναρμοδιότητα και έστειλε
αγγελιαφόρο να ειδοποιήσει τον διοικητή του, συνταγματάρχη Χέρμαν φον Σέφεν,
που βρισκόταν ακόμη στο Μπογιάτι, τον σημερινό Άγιο Στέφανο.
3. Με το βλέμμα ενός παιδιού
Την ώρα που η μακρά φάλαγγα οχημάτων, υποζυγίων και ανθρώπων έφθανε σε
μπουλούκια στους Αμπελοκήπους, ο οκτάχρονος τότε Νίκος Παραδείσης το είχε
σκάσει από το σπίτι του και παρατηρούσε, με δέος, φόβο και έκπληξη, από το
πεζοδρόμιο της Θων, τους εκπροσώπους της ναζιστικής τάξης πραγμάτων. «Τα
παράθυρα ήταν σφαλιστά, οι πόρτες κλειστές, τα παντζούρια μανταλωμένα.
Ελάχιστοι ήμασταν στους δρόμους. Οι στολές των Γερμανών είχαν γίνει άσπρες
από τη σκόνη, κατέβαιναν από τις μοτοσικλέτες και τα φορτηγά, τινάζονταν,
χτυπούσαν τις μπότες τους στο κράσπεδο. Οι οδηγοί έβγαζαν τα αεροπορικά
γυαλιά. Μόνο τα ζυγωματικά τους ήταν στο χρώμα του δέρματος. Κατέβαιναν από
τα πλαϊνά κουβούκλια των μηχανών, έστριβαν τσιγάρα, λεηλατούσαν τις
νεραντζιές και έτρωγαν τους στυφούς καρπούς». Στο βλέμμα του κ. Γλεντζάκη
αστράφτει ακόμη η σπίθα της έκπληξης. «Περιεργαζόμουν τα τεθωρακισμένα
οχήματα, τριγυρνούσα ανάμεσα στους στρατιώτες, 10 χρονών παιδί, με αγνοούσαν.
Κάποιοι ήταν πολύ αδύνατοι, άλλοι φαίνονταν καταπονημένοι. Αναρωτιόμουν αν
αυτά ήταν τα θηρία του πολέμου, αυτοί οι άνθρωποι που πνίγονταν από τη σκόνη
και έτρωγαν λαίμαργα φρούτα και κουταλιές ζάχαρης». Οι Γερμανοί αρνήθηκαν
τους καφέδες που παρήγγειλε ο Καβράκος και ετοίμασε ο πατέρας Γλεντζάκης. Ο
υποστράτηγος κάπνιζε το ένα τσιγάρο πίσω από το άλλο, γεγονός που
αποτυπώνεται στις φωτογραφίες των γερμανικών αρχείων. Όταν έφθασε ο Φον
Σέφεν, η διαδικασία επιταχύνθηκε. Το πρωτόκολλο παράδοσης υπεγράφη πάνω
σε ένα από τα μαρμάρινα τραπεζάκια του καφενείου, δίπλα στο μεγάλο μπιλιάρδο.
Η αντιπροσωπεία των ελλήνων αξιωματούχων, συνοδευόμενη από γερμανούς
μοτοσικλετιστές και τον Φον Σέφεν, επιβιβάστηκε στα τεθωρακισμένα οχήματά
της και πήρε τον δρόμο για το Σύνταγμα. Μέσα στην επόμενη ώρα οι Γερμανοί θα
καταλάμβαναν τα κύρια δημόσια κτίρια, θα εγκαθιστούσαν, προσωρινά, την
Ανώτατη Διοίκηση στη «Μεγάλη Βρετανία» και θα ύψωναν τη σβάστικα στην
Ακρόπολη. Η Αθήνα ήταν κατεχόμενη, αλλά όχι υπόδουλη.
Το κτίριο και οι μνήμες της Κατοχής
Το κτίριο στο οποίο, στο ισόγειο, στεγαζόταν ο «Παρθενών» και αποτελούσε
παράλληλα και κατοικία της οικογένειας Γλεντζάκη υπάρχει ακόμη στον αριθμό
«6**» της λεωφόρου Κηφισιάς. Σήμερα στον ίδιο χώρο στεγάζεται ένα
υποκατάστημα γνωστής αλυσίδας γρήγορων γευμάτων. Δεν είναι όμως το
μοναδικό σημείο των Αμπελοκήπων φορτισμένο από την ιστορία της Κατοχής.
4. Όπως μνημονεύει ο κ. Παραδείσης, «οι Φυλακές Αβέρωφ ήταν τα δεσμωτήρια
των αντιστασιακών, στα Κουντουριώτικα στήνονταν τα συσσίτια, με χυλό και
πλιγούρι, στην Ακαρνανίας, μπροστά από το δημοτικό σχολείο “Καρανίκα”, είχαν
σκοτωθεί από έκρηξη εγκαταλειμμένης χειροβομβίδας δύο συνομήλικοί μας και
δύο άλλοι είχαν χάσει την όρασή τους».
Ανάμεσα σε αυτά, το κάρο του δήμου «κατηφόριζε την Κηφισιάς και την
Αλεξάνδρας και μάζευε τους σκελετωμένους, αποστεωμένους νεκρούς από τα
πεζοδρόμια τον χειμώνα της πείνας». Υπήρχαν και οι στιγμές ανάτασης, ελπίδας
και αντίστασης. «Τα χωνιά, τα συνθήματα στους τοίχους, οι προκηρύξεις, οι
κρυφές μαζώξεις να ακούσουν οι μεγάλοι τα νέα από το ραδιόφωνο, από το
Λονδίνο ή τη Μόσχα, ή η διάδοση από στόμα σε στόμα ότι κατέβηκε η σβάστικα
από την Ακρόπολη, όταν την κουρέλιασαν ο Γλέζος και ο Σάντας».
»
5. ΣΧΟΛΙΑ:
Στη περιοχή το μόνο που απέμεινε από τότε είναι η εκκλησία του Αγίου Νικολάου
Θων (που στέκει απέναντι), μιας και το καφενείο ΠΑΡΘΕΝΩΝ (ΛΟΥΞ) έχει γίνει
τώρα ταχυφαγείο.
*. Αρκετά έντυπα αναφέρουν το καφενείο με την επωνυμία «ΠΑΡΘΕΝΩΝ» (Έτσι
αναφέρεται και στην εφημερίδα «ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ ΒΗΜΑ»).
Όπως μας είπε σε συνέντευξη που μας παραχώρησε ο εγγονός του Ανδρέα
Γλεντζάκη, πρόκειται περί λάθους. Το σωστό είναι «ΛΟΥΞ».
**. Το καφενείο ήταν στην οδό Κηφισίας 4 και όχι 6, όπως αναφέρεται σε κάποιους
δικτυακούς τόπους.
Εύρεση πηγών: Γιώργος και Φιορέλντα
Φωτογραφίες: Φωτογραφική ομάδα εργαστηρίου Πληροφορικής
Συνεντεύξεις-Επιμέλεια κειμένων: Ελένη, Κωνσταντίνα, Νατάσα, Τάμη
Σχολικό έτος: 2013-2014
56ο Γυμνάσιο Αθήνας.
6. ΣΧΟΛΙΑ:
Στη περιοχή το μόνο που απέμεινε από τότε είναι η εκκλησία του Αγίου Νικολάου
Θων (που στέκει απέναντι), μιας και το καφενείο ΠΑΡΘΕΝΩΝ (ΛΟΥΞ) έχει γίνει
τώρα ταχυφαγείο.
*. Αρκετά έντυπα αναφέρουν το καφενείο με την επωνυμία «ΠΑΡΘΕΝΩΝ» (Έτσι
αναφέρεται και στην εφημερίδα «ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ ΒΗΜΑ»).
Όπως μας είπε σε συνέντευξη που μας παραχώρησε ο εγγονός του Ανδρέα
Γλεντζάκη, πρόκειται περί λάθους. Το σωστό είναι «ΛΟΥΞ».
**. Το καφενείο ήταν στην οδό Κηφισίας 4 και όχι 6, όπως αναφέρεται σε κάποιους
δικτυακούς τόπους.
Εύρεση πηγών: Γιώργος και Φιορέλντα
Φωτογραφίες: Φωτογραφική ομάδα εργαστηρίου Πληροφορικής
Συνεντεύξεις-Επιμέλεια κειμένων: Ελένη, Κωνσταντίνα, Νατάσα, Τάμη
Σχολικό έτος: 2013-2014
56ο Γυμνάσιο Αθήνας.