2. Τα ρόματα όπωσ το απαγορεύεται,
επιτρϋπεται, λϋγεται, πρϋπει, φαύνεται κ.α.
χρηςιμοποιούνται ςτο γ’ ενικό πρόςωπο και
δεν έχουν ωσ υποκείμενο κάποιο
πρόςωπο , αλλϊ μια ολόκληρη πρόταςη που
ξεκινά με το να ή το ότι, Τα ρόματα αυτϊ
ονομϊζονται απρόςωπα.
4. Απαγορεύεται το κϊπνιςμα
Απαγορεύεται το κϊπνιςμα
Ρόμα Υποκεύμενο (πρόςωπο)
Απαγορεύεται να καπνύζετε
Απαγορεύεται να καπνύζετε
Ρόμα Υποκεύμενο (πρόταςη)
5. Υποτύθεται ότι ξϋρεισ καλϊ την κατϊςταςη.
Υποτίθεται (ποιο;)
ότι ξέρεισ καλά την κατάςταςη.
Τα είδα όλα
6. 1. Ρόμα ςε γ’ ενικό
2. Δεν υπϊρχει ό δεν εννοεύται κϊποιο
πρόςωπο ωσ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟ
3. Υπϊρχει πρόταςη που ξεκινϊ ςυνόθωσ με
να ό ότι
Παρϊδειγμα:
Διαδίδεται ότι θα ϋρθουν αρκετού ςτη
διαδόλωςη.
13. Απρόςωπεσ εύναι οι εκφρϊςεισ που δεν
ϋχουν υποκεύμενο πρόςωπο ό πρϊγμα αλλϊ
ολόκληρη πρόταςη ό το υποκεύμενο τουσ
εύναι ακαθόριςτο και ςχηματύζονται από :
14. Α) τα ρόματα είναι ή υπάρχει μαζύ με
ουςιαςτικό:
Πχ Είναι ώρα να φύγω. Υπάρχει ελπίδα να
τον δω αύριο.
Β) το ρόμα εύναι επύθετο ό μετοχό ςε ουδϋτερο
Πχ Είναι κακό να αδικεύσ τουσ ςυνανθρώπουσ
ςου. Επόμενο είναι να ςυναντόςεισ
δυςκολύεσ.
Γ)Το ρόμα εύναι μαζύ με τροπικό επύρρημα:
Καλύτερα είναι να περϊςεισ αύριο από το
ςπύτι.
15. Εύναι/ Υπϊρχει Εύναι Εύναι
+
Ουςιαςτικό Επύθετο Επύρρημα
=
Εύναι καιρόσ να ϋρθεισ. Ύπϊρχει περύπτωςη να ϋρθω
Εύναι καλό να τρϋχεισ καθημερινϊ.
Εύναι καλύτερα να μαςϊσ παρϊ να μιλϊσ.
17. 1. Ανακοινώνεται ςύντομα η πρόςληψη εποχικών
υπαλλόλων (απρόςωπο ό προςωπικό)
2. Διαδίδεται ότι θα ϋρθουν αρκετού ςτη διαδόλωςη.
(απρόςωπο ό προςωπικό)
3. Η γυμναςτική μπορεί να ςε βοηθήςει
ουςιαςτικά. (απρόςωπο ό προςωπικό)
4. Τον ανηςυχεί πώσ θα τα βγϊλει πϋρα. (απρόςωπο ό
προςωπικό)
5. Χρειάζεται υπομονό κι επιμονό ο αθλητιςμόσ.
(απρόςωπο ό προςωπικό)
18. 6. Αληθεύει ότι τον περιφρονόςαμε. (απρόςωπο
ό προςωπικό)
7. Είναι να καθυςτερούμε την υπόθεςη;
(απρόςωπο ό προςωπικό)
8. Αναγγέλλεται η ϊφιξη τησ πτόςησ από Γαλλύα.
(απρόςωπο ό προςωπικό)
9. Του έλαχε ο κλόροσ να παύξει τελευταύοσ.
(απρόςωπο ό προςωπικό)
10. Αρκεί ϋνα δϊκρυ, για να τον ςυγκινόςεισ.
(απρόςωπο ό προςωπικό)
19. 1. Αξύζει να προςπαθόςεισ κι ϊλλο.
2. Εύναι φυςικό να τον αντιπαθούν όλοι.
3. Δεν κϊνει να λεσ ψϋματα.
4. Εύναι ςωςτό να ςυμπεριφϋρεςαι μ’ αυτόν
τον τρόπο;
5. Μπορεύ να ξαναϋρθω αύριο;
6. Υποτύθεται ότι ξϋρει τι κϊνει.
20. 1. Μπορεί να φταύω και εγώ (απρόςωπο ό
προςωπικό)
2. Η γυμναςτικό μπορεύ να ςε βοηθόςει
ςημαντικϊ. (απρόςωπο ό προςωπικό)
3. Φαίνεται χαρούμενοσ ο Κώςτασ ςόμερα.
(απρόςωπο ό προςωπικό)
4. Φαύνεται πωσ θα βρϋξει. (απρόςωπο ό
προςωπικό)
5. Δε χρειάζεται να ανηςυχεύσ τόςο. (απρόςωπο
ό προςωπικό)
6. Πϊντα χρειάζεται χρόματα η Ελϋνη.
(απρόςωπο ό προςωπικό)