3. Οι καραγκούνηδες είναι η ενότητα του Ελληνικού
αγροτικού πληθυσμού με ευδιάκριτα (κυρίως στο
παρελθόν) κοινωνικά και πολιτιστικά γνωρίσματα, η
οποία κατοικεί κατ’ εξοχήν στη δυτική λεκάνη της
Θεσσαλικής πεδιάδας στους νομούς Καρδίτσας και
Τρικάλων.Παρόλο που υπάρχουν πολλές απόψεις,
για την προέλευση του όρου «Καραγκούνης», το θέμα
παραμένει ανοιχτό και η παραγωγή της λέξης
«καραγκούνης» ακόμα και στις ημέρες μας αποτελεί
ένα αίνιγμα. Περιληπτικά αναφέρουμε μόνο τις
κυριότερες απόψεις που διατυπώθηκαν κατά
καιρούς:
4. α). Μερικοί υποστηρίζουν ότι η παραγωγή της λέξης
καραγκούνης προέρχεται από το τουρκικό kara =
μαύρος, μαυριδερός, μελαχρινός και το αρβανίτικο
γκούν = σιγκούνα, δηλ. μαύρο ένδυμα.
β). Άλλοι πάλι υποστηρίζουν ότι έγινε από το
τούρκικο kara και από το λατινικό gunna = γούνα,
δηλαδή μαύρη γούνα.
γ). Κατ΄ άλλους η λέξη προέρχεται από το kara και
Yunan = Έλληνας, Τούρκος (μαύρος), καθαρός
Έλληνας ή μαύρος Έλληνας. Με τα ονόματα Γιουνάν
και Γιουνανιστάν, που παραλήφθηκαν από τους
άλλους γειτονικούς λαούς, ονομάζονται και σήμερα
από τους Πέρσες και Τούρκους, οι Έλληνες και η
Ελλάδα.
5. δ). Τέλος υποστηρίζεται και η άποψη ότι ή λέξη
προέρχεται από τις αρχαιοελληνικές λέξεις κάρα =
κεφαλή και το ρήμα κινώ, από το γεγονός ότι ο
καραγκούνης είναι ολιγόλογος και απαντά συνήθως
στις ερωτήσεις με το κούνημα της κεφαλής. Το
κούνημα του κεφαλιού στο διάλογο δεν αποτελεί
προνόμιο μόνο των Καραγκούνηδων, αλλά των
ανθρώπων όλου του κόσμου. Πολλές φορές οι
άνθρωποι συνεννοούνται καλύτερα με τη γλώσσα του
σώματος και τα νοήματα, παρά με τις λέξεις.
Σίγουρα οι Καραγκούνηδες αποτελούν ξεχωριστό
κομμάτι μες στον Ελληνικό χώρο. Η μοιρολατρική
ηρεμία της μονότονης ζωής στον κάμπο φτάνει στις
μέρες μας με τους χορούς, τα τραγούδια, τα ήθη και
έθιμα των ανθρώπων που ολόκληρη τη ζωή τους
πολεμούσαν με τη μαλάρια (= Ελονοσία) και τη λάσπη
για λίγο καλαμπόκι κι ένα παράθυρο στον ήλιο.
6. Τα τραγούδια των Καραγκούνηδων είχαν
κυρίως ως θέμα την Καραγκούνα γυναίκα. Σε
αυτά υμνούσαν την ομορφιά της, την εξυπνάδα
και την χάρη της. Επειδή τα γλέντια των
γυναικών και των αντρών γινόντουσαν
ξεχωριστά ,οι γυναίκες δεν χρησιμοποιούσαν
όργανα στα τραγούδια τους. Αυτά που
διασώθηκαν είναι τα γυναικεία τραγούδια.
Τα μουσικά όργανα των Καραγκούνηδων είναι
το βιολί, και από τις αρχές του αιώνα το
κλαρίνο , η φλογέρα, το λαούτο, το σαντούρι
και το ντέφι με τα ζήλια ( δηλαδή ο νταιρές).
7. Με την λήξη του δωδεκαημέρου, από τα Φώτα
το απόγευμα μέχρι τις Απόκριες
πραγματοποιούνται οι χοροί των γυναικών σε
όλες τις κοινότητες των Καραγκούνηδων.
Ένα μοναδικό έθιμο στο οποίο ο χορός γίνεται
με ασματική αυτοσυνοδεία - τραγουδούν οι
ίδιες οι χορεύτριες χωρίς την παρουσία
μουσικών οργάνων και χωρίς τη συμμετοχή
των ανδρών.
Ο χορός γίνεται σε δύο περιστάσεις.
8. 1. Χορός το βράδυ-παραμονή εορτής και το Σάββατο βράδυ, με
ανεπίσημο χαρακτήρα σε σταυροδρόμια, και τοποθεσίες του
χωριού που είναι υπερυψωμένα και δε κρατούν νερό.
Κάθε γειτονιά έστηνε τη δική της παρέα και το δικό της χορό
Ξεκινούσαν αργά το απόγευμα ή νωρίς το βράδυ, αφού είχαν
τελειώσει όλες τις οικιακές δουλειές και μπορούσαν να
συνεχίσουν να τραγουδούν και να χορεύουν έως αργά τη
νύχτα. Όλο το χωριό αντηχούσε από τα τραγούδια και
μπορούσε κανείς να ακούσει την κάθε παρέα καθαρά, ακόμα
και στην άλλη άκρη του χωριού. Δημιουργούνταν ένα κλίμα
άμιλλας, ποια παρέα να χορέψει περισσότερο, ποια να πει τα
καλύτερα τραγούδια, ποια να τα τραγουδήσει καλύτερα...
Μάλιστα όχι λίγες φορές, σταματούσαν το χορό και το
τραγούδι για να ακούσουν την παρέα σε άλλο σταυροδρόμι, να
εξετάσουν ποιο τραγούδι λένε, αν το τραγουδούν σωστά…
Ύστερα ξεκινούσαν πάλι το χορό με στόχο να τις ξεπεράσουν!!!
Και δεν ήταν και λίγε οι φορές όπου ακούγονταν καλλίφωνες
παρέες γυναικών από γειτονικά χωριά...
2. Χορός γυναικών με επίσημο χαρακτήρα κάθε Κυριακή
απόγευμα στην πλατεία του χωριού – χοροστάσι.
9. Οι γυναίκες σχημάτιζαν πάντα έναν κύκλο και
πιάνονταν μεταξύ τους τις παλάμες και τα χέρια
τεντωμένα προς τα κάτω (αυτή τη λαβή είχε και η
πρώτη με τη δεύτερη χορεύτρια). Πολύ πιο σπάνια
πιάνονταν αγκαζέ.
Τα χορευτικά τραγούδια είχαν πολύ αργή ρυθμική
αγωγή. Συνήθως υπήρχε μια συγκεκριμένη μελωδική
φόρμα, απουκριάτ’κους ν’ηχός με την οποία
τραγουδούσαν τα περισσότερα τραγούδια. Την περίοδο
των Απόκρεω προστίθενται στο ρεπερτόριο και μερικά
σκωπτικά τραγούδια.
Τα τραγούδια αν και λέγονται καθ’ όλη τη
συγκεκριμένη χειμερινή περίοδο που αναφέραμε, οι
ίδιες οι γυναίκες τα ονομάζουν απουκριάτ’κα =
αποκριάτικα και έτσι μου τα παρέδωσαν (ίσως γιατί το
χορευτικό αυτό έθιμο διατηρήθηκε περισσότερο την
περίοδο των Απόκρεω).
10. Οι γυναίκες τραγουδούσαν σε δύο ημιχόρια. Οι
μπροστινές, μεγαλύτερες στην ηλικία που ήξεραν πολύ
καλά τους στίχους του τραγουδιού και τη μελωδία του,
τραγουδούσαν ένα στίχο και στη συνέχεια τον
επαναλάμβαναν αυτές που ακολουθούσαν, οι νεότερες
οι οποίες έτσι μάθαιναν καλύτερα τους στίχους των
τραγουδιών και τη μελωδία τους. Ποιο τραγούδι θα πει
κάθε φορά ο χορευτικός κύκλος το αποφάσιζε η πρώτη
ή κάποια άλλη από τις μεσήλικες που ξεκινούσε και να
το τραγουδά.
Το χορευτικό σχήμα ήταν πολύ απλό. Ουσιαστικά ήταν
ένα συρτό στα τρία η έξι βήματα που εκτελούσαν
περπατητά με μικρές παραλλαγές (η έρευνά μας
εντόπισε 4-5).
Πολύ πια σπάνια εκτελούσαν τραγούδια με πιο
περίπλοκο χορευτικό σχήμα και σύνθετες κινήσεις
χεριών.
11. Η θέση των γυναικών στον κύκλο ήταν αυστηρά καθορισμένη
από άγραφους κοινωνικούς κανόνες. Μπροστά πιάνονταν
γυναίκες μέσης ηλικίας που είχαν συμπληρώσει πάνω από 10-
12 και πλέον χρόνια γάμου οι μ’ψόκιρις. Ύστερα
ακολουθούσαν οι παντρεμένες, οι νιόπαντρες, οι
αρραβωνισμένες και τέλος πιάνονταν οι ελεύθερες κοπέλες. Η
θέση στο χορευτικό κύκλο για τις παντρεμένες καθορίζονταν με
βάση την κοινωνική και όχι τη φυσική ηλικία., δηλαδή η ηλικία
τους υπολογίζονταν με το πόσα χρόνια ήταν παντρεμένες.
Ακόμα και για παντρεμένες την ίδια ημέρα προηγούνταν αυτή
που είχε στεφανωθεί πιο πριν... Έτσι μια γυναίκα 30 ετών που
ήταν 10 χρόνια παντρεμένη πιάνονταν στον κύκλο πιο μπροστά
από μια γυναίκα 33 ετών που ήταν 8 χρόνια παντρεμένη...
Πριν το 1940 στους επίσημους χορούς συμμετείχαν και γυναίκες
ηλικίας 45 ετών και άνω, επίσης συμμετείχαν (σε πολύ
μεγαλύτερο ποσοστό απ’ ό,τι μεταπολεμικά) οι ελεύθερες και
υποψήφιες για γάμο κοπέλες, ακόμα και η δεύτερη και η τρίτη
ελεύθερη κοπέλα μιας οικογένειας.
12. Σε ορισμένα χωριά ΒΔ των Τρικάλων π.χ.
Μικρό Κεφαλόβρυσο τις Απόκριες εκτελούσαν
ένα χορό όπου η κορυφαία του κύκλου σε
συγκεκριμένο τμήμα του τραγουδιού
κυνηγούσε την τελευταία και την ακολουθούσε
ο χορευτικός κύκλος χωρίς να διαλύεται το
πιάσιμο των χωριών. Εκτελούσαν έτσι μια
περίεργη ακολουθία κινήσεων που αντέστρεφε
το χορό και η πρώτη γίνονταν τελευταία και η
τελευταία πρώτη. Έπειτα ο χορός και το
τραγούδια συνέχιζαν κανονικά ενώ σε
συγκεκριμένο τμήμα του τραγουδιού
επαναλάμβαναν την ανωτέρω κίνηση.
13. Στο Μακρυχώρι και στην Κρανιά (ίσως και σε άλλα
χωριά) οι γυναίκες εκτελούσαν το τραγούδι της
Ρουϊμάνας όπου γίνονταν μια μικρή δραματοποίηση
της ιστορίας του τραγουδιού . ένα είδος χωριάτικης
μιμητικής θεατρικής πράξης. Την έκανα δύο κοπέλες
στο κέντρο του χορευτικού κύκλου των γυναικών
που εκτελούσαν το χορευτικό τραγούδι.
Σίγουρα υπήρχαν και άλλοι χοροί με πιο σύνθετα
χορευτικά σχήματα και μελωδικές φόρμες ίσως και με
δραματοποιήσεις αλλά δεν έχει γίνει εκτεταμένη
επιστημονική έρευνα. Γενικά οι χοροί αυτοί έχουν
υποτιμηθεί πάρα πολύ –ίσως γιατί δεν πουλάνε στους
φολκλοριστικούς συλλόγους και στα φεστιβάλ.
Σήμερα έχουν εντελώς εκλείψει.
14. Η σημασία των γυναικείων χορών είναι
μεγάλη. Πάρα πολλά τραγούδια ανήκουν στον
ακριτικό και ιστορικό κύκλο και τις παραλογές
με βυζαντινή πιθανόν και αρχαία ρίζα. Οι
δραματοποιήσεις σαφώς μας οδηγούν σε
προαισθητικές μορφές θεάτρου δηλαδή σε
μιμητικές πράξεις από πού κατάγεται το
θέατρο. Σημαντικοί είναι και από πλευράς
μουσικολογίας . Ξεχωρίζει η εργασία του
μεγάλου Ελβετού μουσικολόγου Σαμουέλ
Μποβύ
15. Τις Κυριακές μαζί με τους χορούς των γυναικών γίνονταν
(προαιρετικά) αντρικό χορευτικό γλέντι. Οι άντρες
παρακολουθούσαν ως θεατές τους γυναικείους χορούς, μερικοί
όμως που τους άρεσε ο χορός και το τραγούδι και γενικά η
διασκέδαση «γλ’ιντισ’τήδις» έπαιρναν οργανοπαίκτες, έφτιαχναν
μια παρέα και χόρευαν σε ένα κύκλο στη μέση της πλατείας και μέσα
από το χορευτικό κύκλο των γυναικών οι οποίες συνέχιζαν τα δικά
τους τραγούδια και το δικό τους χορό. Έτσι στη μέση της πλατείας,
σε ένα κύκλο χόρευε παρέα ανδρών με συνοδεία οργανοπαικτών και
γύρω οι γυναίκες συνέχιζαν το δικό τους κύκλο και τα δικά τους
αποκριάτικα τραγούδια. «... αυτοί του θκό τς κι μις του θκό μας…»
Με το χορό τους, με τις φωνές και τα τραγούδια τους, με τους
οργανοπαίκτες να παίζουν οι άνδρες δημιουργούσαν ένα έντονο,
κεφάτο γλέντι το οποίο ενοχλούσε και έφερνε πολλά εμπόδια στις
γυναίκες.
Στο τέλος σταματούσαν οι γυναίκες τα χειμερινά τραγούδια τους και
χόρευαν τους χορούς του γλεντιού που παρήγγελναν οι άνδρες .
Σχηματίζονταν έτσι ένας εξωτερικός μεγάλος χορευτικός κύκλος από
τους άνδρες και ένας εσωτερικός μικρότερος απότις γυναίκες και το
γλέντι συνεχίζονταν…
16.
17. Οι Θεσσαλοί Καραγκούνηδες, επισημάνθηκε στη
διάρκεια του 1ου ανταμώματος των
Καραγκούνηδων που πραγματοποιήθηκε πρόσφατα
στον Παλαμά, είναι γηγενείς και αυτόχθονες
πληθυσμοί της Θεσσαλικής πεδιάδας, αποκλειστικά
ελληνόφωνοι με πολιτιστικά στοιχεία που οι ρίζες
τους φθάνουν βαθιά στις αρχαίες Θεσσαλικές
φυλές. Ειδικότερα επισημάνθηκε πως από την
Τουρκοκρατία ή τους διαδόχους τους τσιφλικάδες,
που τότε ζούσαν σε ένα χαμόσπιτο (πλινθόκτιστο)
μαζί με τα ζώα και τον κηπάκο, ήλθε στη συνέχεια
η απαλλοτρίωση που ελευθέρωσε το σκλάβο της
γης.
Ο άνθρωπος του μόχθου, ο εργάτης του κάμπου,
απέκτησε δικά του χωράφια.
18.
19. Άρχισε να ανασταίνεται και να σηκώνει τα μάτια του
στα χαμηλά και ανήλιαγα σπίτια αλλά αναπνέει
ελεύθερα. Λιτοδίαιτος και ξερακιανός δουλεύει
ολημερίς στα χωράφια και σιγά -σιγά ξεκολλάει από
τις λάσπες αναβαθμίζοντας την ποιότητα της ζωής
του. Επίσης παρουσιάστηκαν στοιχεία που συνθέτουν
τον παραδοσιακό βίο και τα λαογραφικά δρώμενα
των Καραγκούνηδων.
20. Οι Καραγκούνηδες, αναφέρθηκε, ασχολούνταν με την γεωργία και ζούσαν στον κάμπο
καλλιεργώντας τη γη τους με μεγάλα και μικρά ζώα. Κυριότερα εργαλεία που
χρησιμοποιούσαν ήταν ο αραμπάς, το κάρρο, το αλέτρι, η αξάνη, το τσεκούρι, η τριχιά
ή συγκεριά και άλλα. Η διατροφή των Καραγκούνηδων ήταν λιτή αλλά καλή, αφού τα
αγαθά, όσα παρήγαγαν, ήταν αγνά.
Τα αρτίσιμα φαγητά , αναφέρθηκε ήταν το κατσαμάκι, ο τραχανάς, οι μπατζίνες, το
στριφτό, η πισπινίτσα ή πλαστός, οι πίτες, αυγά, χηνάρια, ζίκια, κοτόπουλο
μπουκοβάλα, λίπα με ψωμί, και τζέρος με ψωμί. Επίσης τονίστηκε ότι οι πίτες
ψήνονται στη γάστρα με καύσιμο υλικό τι βουνιές από τις αγελάδες. Τα πιο βασικά
οικιακά σκεύη ήταν ο μπουτινέλος, οι φτύνες, τα πλιθάρια, οι ψούρες, τα μπακράτσια,
τα τσουκάλια, οι σουπιέρες, οι λαβίδες και άλλα.
Τα νηστίσιμα φαγητά ή ξανάρια ήταν η παπάρα, οι ραγκστές, το τματς, το μπουράν η
φάβα, τα φασούλια, αρβύθια , σκορδάρ', νερομπάμπαλη, ψωμί με σάλτσο
λαχανοκεφτέδες κλπ. Οι Καραγκούνηδες της Θεσσαλίας ενέπνευσαν ποιητές,
συγγραφεί και λαογράφους, ενώ η περήφανη καραγκούνα η χιλιοτραγουδισμένη έγινε
εθνικό σύμβολο. Παρά τις σκληρές συνθήκες διαβίωσης παλαιότερα και τις επιρροές
της σύγχρονης εποχής, τονίστηκε ιδιαίτερα, οι Καραγκούνηδες κατάφεραν να
κρατήσουν ζωντανή την παράδοση τους.
Σύμφωνα με διάφορες έρευνες οι Καραγκούνηδες κατοικούν σε 73 χωριά από τα 232
του Ν. Τρικάλων. Το 1940 ανέρχονταν σε 43.277 ενώ το1981 σε 49.717 ή στο 37,04%
του Ν. (36% του Ν.)
26. Διαβάζοντας τα παραπάνω αποτελέσματα από
διάφορες έρευνες, παρατηρούμε ότι υπάρχουν
πολλά χωριά, στα οποία εμείς οι ίδιοι
κατοικούμε, δηλαδή είμαστε Καραγκούνηδες,
εκτός από εκείνους που ένας από τους γονείς
τους κατάγονται από κάποιο άλλο χωριό, στο
οποίο δεν υπάρχουν Καραγκούνηδες, αλλά
κάποια άλλη ελληνική φυλή!!