1. Το παλάτι
[Το μέγα παλάτιον]
1.Η Θέση του./ 2.Η Αρχιτεκτονική του.
Το Μέγα Παλάτιον των Βυζαντινών αυτοκρατόρων στην Κωνσταντινούπολη ήταν η
καρδιά των τελετών της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας επί χίλια χρόνια και
καταλάμβανε μια περιοχή η οποία σήμερα έχει κηρυχθεί μνημείο παγκόσμιας
πολιτιστικής κληρονομιάς.
Το Μέγα Παλάτιον έχει μεγάλη πολιτιστική και ιστορική σημασία, καθώς άσκησε
αξιόλογη επιρροή τόσο στη δυτικοευρωπαϊκή όσο και στην ανατολική αρχιτεκτονική
των ανακτόρων, αποτελώντας το συνδετικό κρίκο ανάμεσα στη ρωμαϊκή
αυτοκρατορική αρχιτεκτονική και τη μεσαιωνική. Παρ’ όλ’ αυτά είναι εν μέρει μόνο
γνωστό. Κατάλοιπά του βρίσκονται θαμμένα κάτω από μεταγενέστερα κτήρια,
κυρίως κάτω από το Σουλτάν Αχμέτ τζαμί, και είναι γνωστά μόνο μέσα από κείμενα
και παλαιότερες αναπαραστάσεις.
Το αρχαιότερο τμήμα του Μεγάλου Παλατιού, το Παλάτι της Δάφνης, που χτίστηκε
από το Μεγάλο Κωνσταντίνο και τους διαδόχους του τον 4ο και 5ο αιώνα, ήταν ένα
συγκρότημα που πιστεύεται ότι καταλάμβανε την περιοχή όπου σήμερα βρίσκεται το
Σουλτάν Αχμέτ τζαμί.
2. 3. Η σκευή του.
Τα αντικείμενα του παλατιού ήταν κατασκευασμένα από πολύτιμα μέταλλα όπως
χρυσό, ελεφαντόδοντο και πολύτιμους λίθους.
Το κρεβάτι (κλινάριον), φτιαχνόταν μόνο από στρώματα γεμάτα άχυρα, βαμβάκι,
κουρέλια ή πούπουλα, τα οποία απλώνονταν απευθείας στο πάτωμα ή πάνω σε
κτιστούς πάγκους κατά μήκος των τοίχων του τρικλίνου . Πάνω τους έριχναν τα
στρωσίδια (κρεββατοστρώς) τα μαξιλάρια (ή προσκεφάλαια), και τα σεντόνια, που
ήταν φτιαγμένα από λινό ύφασμα ή μαλλί, ή ακόμη και από μετάξι, βαμμένα,
κεντημένα ή υφασμένα με χρυσοκλωστές στην πάνω τους άκρη.
Ο θρόνος ήταν το επίσημο κάθισμα του αυτοκράτορα, του πατριάρχη, των
επισκόπων και των ηγουμένων των μονών, και συνήθως συνοδεύονταν με υποπόδιο.
Τα ανάκλιντρα ήταν το αγαπημένο έπιπλο των πλουσίων και των παλατιανών,
ιδιαίτερα κατά τα συμπόσιά τους. Ήταν φτιαγμένα από ξύλο με μεταλλικές
επενδύσεις, διακοσμημένα με ελεφαντόδοντο και είχαν κάλυψη με ακριβά
υφάσματα.
Τα παλάτια για φωτισμό χρησιμοποιούσαν κυρίως πολυκάνδηλα ή πολυέλαιους που
κρεμόντουσαν από την οροφή με αλυσίδες.
Τα επιτραπέζια σκεύη τους ήταν χάλκινα, ακόμη και αργυρά ή επίχρυσα,
διακοσμημένα με πολύτιμους λίθους (διάλιθα).
4. Ο Αυτοκράτορας.
Ο Βυζαντινός αυτοκράτορας ήταν η υπέρτατη πηγή κάθε εξουσίας στη Βυζαντινή
αυτοκρατορία. Η ζωή του σχηματικά παρουσιάζει τρεις όψεις: α) οφείλει να υλοποιεί
την αυτοκρατορική μεγαλοπρέπεια, πηγή και έκφραση της δύναμης και της
αυθεντίας, β) είναι ο στρατιωτικός αρχηγός, ο πολέμαρχος και γ) είναι ο αρχηγός της
3. Εκκλησίας. Έτσι, εντεταλμένος από το Θεό να βασιλεύσει ως «ελέω Θεού» ηγεμόνας,
επαγρυπνεί πάνω από τα συμφέροντα του Κράτους υπηρετώντας τη Θεία Πρόνοια.
Κωνσταντίνος ια’ Παλαιολόγος
4-α. Η Ένδυση.
Φορούσαν πολυτελή ρούχα από ακριβά υφάσματα, όπως μετάξι από την Ανατολή, τα
οποία είχαν δημιουργήσει ράπτες που δούλευαν αποκλειστικά για την
αυτοκρατορική αυλή. Μεταξωτά και άλλα πoλυτελή υφάσματα, χρυσoκεντημένα και
διακoσμημένα με πoλύτιμoυς λίθoυς, έντoνα χρώματα καθώς και πoικίλα γεωμετρικά
4. και φυτικά σχέδια φανερώνουν τόσο την πολυτέλεια όσο και την έντονη επίδραση
των ανατoλικών πoλιτισμών στην ενδυμασία. Η μεταξουργία γνώρισε ιδιαίτερη
ανάπτυξη και τα βυζαντινά μεταξωτά έγιναν γνωστά σε όλo τoν κόσμo. Στολίζονταν
μάλιστα και με βαρύτιμα κοσμήματα φτιαγμένα με πολύτιμους λίθους.
Τα κόκκινα παπούτσια και τα πορφυρά ρούχα ήταν αποκλειστικά προορισμένα για
τον αυτοκράτορα και μόνο προς τα τέλη του 12ου αιώνα δόθηκε το δικαίωμα σε
ανώτερους αξιωματούχους να ντύνονται με πορφύρα. Γνωρίζουμε ακόμη ότι, όταν ο
αυτοκράτορας είχε πένθος, φορούσε λευκή στολή, ενώ όλοι οι άλλοι φορούσαν
μαύρα.
4-β. Η Υπόδηση.
Τα αυτοκρατορικά υποδήματα κατασκευόζονταν από ειδικό τεχνίτη , τον τζαγγά,
φυλλάσονταν στο βεστιάριο και τα έφερνε στο βασιλιά ένα παιδί επιφορτισμένο με
αυτή την εργασία.
Ο αυτοκράτορας τα φορούσε σε περιπάτους, στις επίσημες τελετές(προκύψεις) αλλά
και στην μάχη.
Οι αυτοκράτορες που έβγαιναν σε εκστρατείες φορούσαν κόκκινη χλαμύδα και
σανδάλια,τα λεγόμενα κόκκινα τσαγγία του αυτοκράτορα, τα παπούτσια του, το
στοιχείο της ένδυσής του που αποτέλεσε διαχρονικά το αποκλειστικό σύμβολο της
εξουσίας του και που προσδιόριζε απόλυτα την ταυτότητά του. Τα τσαγγία κάλυπταν
τις κνήμες, φτάνοντας ως το γόνατο.
4-γ. Η ανάρρηση στον Θρόνο και η διαδοχή.
Τα πρώτα χρόνια του Βυζαντίου η στέψη είχε έντονο το στρατιωτικό στοιχείο. Είναι
η εποχή όπου ο στρατός λειτουργεί ως το αποκλειστικό εκλεκτορικό σώμα, το οποίο
διατηρεί την παράδοση του «στρατιώτη αυτοκράτορα». Κατά τον 5ο αιώνα η
αναγόρευση και η στέψη του αυτοκράτορα γίνεται παρουσία της Συγκλήτου και των
δήμων, με την ενεργό σύμπραξη του Πατριάρχη, ο οποίος τοποθετεί το διάδημα στο
κεφάλι του εκλεγμένου. Κατά τον 6ο αιώνα η τελετή αναγόρευσης και στέψης
5. μεταφέρεται από το "Έβδομον", που ήταν στρατιωτικός καταυλισμός, στο ναό της
Αγίας Σοφίας. Έναν αιώνα αργότερα η στέψη αποτελεί ξεχωριστή τελετή, η οποία
λαμβάνει χώρα στον άμβωνα της Αγίας Σοφίας, με ουσιαστική πλέον συμμετοχή του
Πατριάρχη σε αυτήν, προσδιορίζοντας έτσι τον θρησκευτικό χαρακτήρα της. Την
ίδια εποχή ορίζεται να συμπίπτουν οι στέψεις των συμβασιλέων με τις μεγάλες
εορτές της Χριστιανοσύνης (Χριστούγεννα-Πάσχα).
Κατά τον 10ο αιώνα η στέψη του αυτοκράτορα περιλαμβάνει επίσημη πομπή προς
την εκκλησία της Αγίας Σοφίας, παράδοση των συμβόλων εξουσίας από τον
Πατριάρχη και Θεία λειτουργία, την οποία ο μονάρχης παρακολουθούσε κρατώντας
σταυρό.
Κατά τη διάρκεια της λειτουργίας ο αυτοκράτορας έμπαινε επικεφαλής της πομπής
των διακόνων, που κρατούσαν τα Άγια των Αγίων, και κατέληγε στο βήμα του ιερού
όπου ο Πατριάρχης τον ευλογούσε, τον όρκιζε να περιφρουρεί το αμετάβλητο της
ορθοδοξίας καθώς και τα δικαιώματα της αυτοκρατορίας και του υπενθύμιζε ότι
6. πρέπει να φοβάται τον Θεό και να μην λησμονεί τον θάνατο. Τον 13ο αιώνα οι
αυτοκράτορες της Νίκαιας πρόσθεσαν στο παλιό τελετουργικό και το μυστήριο του
Χρίσματος, επηρεασμένοι από το δυτικό τελετουργικό τυπικό. Επίσης, κατά την
Παλαιολόγεια περίοδο ο αυτοκράτορας κατέθετε έγγραφη ομολογία πίστης στην
Ορθοδοξία και η τελετή στέψης αποτελούσε αναπόσπαστο μέρος της Θείας
λειτουργίας.
Η διαδοχή δεν ήταν νομικά κατοχυρωμένη, λόγω του ότι η πεποίθηση για τη Θεϊκή
εκλογή του αυτοκράτορα την απέκλειε. Εντούτοις, ο εκάστοτε αυτοκράτορας
επιθυμούσε να υποδείξει τον γόνο του ως τον κατάλληλο, ως τον άριστο, βασισμένος
στην βυζαντινή αντίληψη για την κληρονομικότητα των καλών ιδιοτήτων.
4-δ. Ο γάμος και οι απόγονοι.
Ο αυτοκρατορικός γάμος απαιτούσε ιδιαίτερες διαδικασίες. Το βασικότερο
μέλημα του αυτοκράτορα και της αυλής του ήταν η εξεύρεση της μέλλουσας συζύγου
και αυτοκράτειρας. Για το σκοπό αυτό διοργάνωναν ένα είδος ιδιότυπων
καλλιστείων. Οι υποψήφιες απαιτούνταν να έχουν συγκεκριμένα προσόντα όπως: η
ευγενική καταγωγή, η παρθενία, καθώς και η φυσική ομορφιά. Η τελευταία κάποιες
φορές επισκίαζε όλα τα άλλα, όπως η περίπτωση της Θεοδώρας, συζύγου του
Ιουστινιανού, η οποία, καίτοι προερχόταν από την κατώτερη κοινωνικά τάξη, έθελξε
με το φυσικό της κάλλος τον νεαρό αυτοκράτορα.
7. Όταν η μέλλουσα νύφη έφθανε στην Κωνσταντινούπολη ετύγχανε της υποδοχής στα
περίχωρα της πόλεως από τον ίδιο τον αυτοκράτορα. Κατόπιν, συνοδεύονταν στα
ανάκτορα όπου πριν το γάμο λάμβανε χώρα η "σπόνζα" που ήταν στην ουσία ο
αρραβώνας. Εάν δε, ήταν ετερόθρησκη, μεσολαβούσε το βάπτισμα και η αλλαγή
ονόματος. Η γαμήλια τελετή γινόταν συνήθως στην Αγία Σοφία, δίχως να
αποκλειστεί το ενδεχόμενο τέλεσης του μυστηρίου σε κάποιον άλλο ναό. Μετά την
τελετή οι νεόνυμφοι κατευθύνονταν στα ανάκτορα για να παραθέσουν το γαμήλιο
συμπόσιο, με καλεσμένους τους όλους τους ανώτατους αξιωματούχους και τον
Πατριάρχη. Ακολουθούσαν τα δώρα που πρόσφερε ο αυτοκράτορας στους υπηκόους
του, όπως η φιλοτιμία για να τονίσει την γενναιοδωρία και τη μεγαλοψυχία του.
5. Η Αυτοκράτειρα.
5-α. Η Ένδυση. 5-β. Η υπόδηση.
5-γ. Ο καλλωπισμός.
Η ενασχόληση της γυναίκας της ανώτερης –κοινωνικά και οικονομικά– τάξης με τον
καλλωπισμό και γενικά με την εξωτερική της εμφάνιση όχι μόνο δεν ήταν κατακριτέα
8. αλλά είχε και την υποστήριξη του συζύγου, γιατί έτσι προβαλλόταν και ο ίδιος
κοινωνικά.
Για τον καθαρισμό του προσώπου η αυτοκράτειρα χρησιμοποιούσε υλικά όπως νίτρο
και κιμωλία. Για να τονώσει το χρώμα και τη λάμψη της επιδερμίδας, την άλειφε με
περιττώματα σαύρας, ενώ η μάσκα ομορφιάς που έφτιαχνε με ρητίνη, αποξηραμένα
φυτά και μέλι, έμενε στο πρόσωπό της για μια ολόκληρη μέρα πριν ξεπλυθεί.
Αλλά και οι πρώτες ύλες για το μακιγιάζ ήταν τουλάχιστον ανορθόδοξες. Οι
βυζαντινές χρησιμοποιούσαν κατά βάση τρία χρώματα: μαύρο, άσπρο και κόκκινο.
Το μαύρο χρώμα, με το οποίο τόνιζαν τα μάτια, τις βλεφαρίδες και τα φρύδια,
προερχόταν είτε από το στίμμι (θειούχο αντιμόνιο) ή από τη λιγνύα, ένα μείγμα από
κουκουνάρι και υγρή πίσσα! Το ψιμύθιο, η λευκή πούδρα από ανθρακικό μόλυβδο
κάλυπτε πρόσωπο και λαιμό, o αραιωμένος ασβέστης είχε ρόλο makeup, ενώ από
φύκια της θάλασσας παρασκευαζόταν το κόκκινο χρώμα με το οποίο οι βυζαντινές
τόνιζαν τα χείλη, τα μάγουλα, αλλά και την άκρη του πηγουνιού τους.
Η αυτοκράτειρα όπως και οι γυναίκες της ανώτερης τάξης, καλούσαν εμπλέκτριες ή
κουρίδες , όπως λέγονταν τότε οι κομμώτριες. Συνήθως έπιαναν τα μαλλιά στην
9. κορυφή του κεφαλιού ή στη βάση του αυχένα σε κότσο (κρήδεμνον), και τα
συγκρατούσαν με χρυσά και μαργαριταρένια χτένια ή περόνες. Άλλοτε πάλι έκαναν
χωρίστρα στη μέση και τα έπλεκαν σε δύο βαριές κοτσίδες –συχνά πρόσθεταν
ψεύτικες πλεξούδες, τις οποίες στόλιζαν με χρυσές ταινίες και τις δίπλωναν γύρω από
το κεφάλι σαν στεφάνι.
5-ε. Η ακολουθία της.
6. Οι Παλατιανοί αξιωματούχοι.
Με βάση την "αξία" τους οι κρατικοί αξιωματούχοι κατά το εθιμοτυπικό της
βυζαντινής αυλής την εποχή του Λέοντα του Σοφού (886-912) κατατάσσονταν ως
ακολούθως:
14. 7. Οι ίντριγκες, οι δολοπλοκίες, τα σκοτεινά μυστικά.
Ευνουχισμός
Οι Ευνούχοι υπηρέτησαν τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία από κάθε δυνατό πόστο, από
αυλικοί και στρατηγοί έως ιερείς. Δεν αποτελούσαν απειλή για την αυτοκρατορία,
διότι δεν είχαν κατιόντες για να κληρονομήσουν τη θέση τους. Όμως, ευνούχοι όπως
ο Ιωάννης ο Ορφανοτρόφος (11ος αιώνας) έγιναν διάσημοι, επειδή προώθησαν
συγγενείς τους σε υψηλές θέσεις. Ήταν τόσο ισχυρός, ώστε όλα τα μέλη της
οικογένειάς του ευνουχίστηκαν και εξορίστηκαν από τον αυτοκράτορα Μιχαήλ Ε’ τον
Καλαφάτη. Ο ευνουχισμός θεωρούνταν παράνομος στο Βυζάντιο, με αποτέλεσμα οι
περισσότεροι ευνούχοι να είναι σκλάβοι, οι οποίοι ευνουχίζονταν προτού εισέλθουν
στα όρια της αυτοκρατορίας. Αλλά είναι γνωστό ότι πολλοί φτωχοί γονείς ευνούχιζαν
τα παιδιά τους, ελπίζοντας ότι θα έχουν μία καλύτερη ζωή από αυτούς.
Εξεγέρσεις
Ως πολίτες της «μεγαλύτερης πόλης της Γης», ο λαός της Κωνσταντινούπολης δεν
δίσταζε να εκφράζει τις απόψεις του, συχνά με βίαιους τρόπους. Το πιο διάσημο
παράδειγμα είναι η Στάση του Νίκα (532), κατά την οποία μία αθλητική διαμάχη
στον ιππόδρομο μετατράπηκε σε λαϊκή εξέγερση εναντίον του αυτοκράτορα
Ιουστινιανού. Ο Ιουστιανιανός ήταν έτοιμος να τα παρατήσει και να εγκαταλείψει το
θρόνο, αλλά μεταπείστηκε από τη σύζυγό του Θεοδώρα, η οποία του διαμήνυσε ότι
προτιμούσε να πεθάνει ως αυτοκράτειρα παρά ως κοινή θνητή. Τελικά, ο
Ιουστινιανός κατέστειλε με σκληρό τρόπο την εξέγερση και διέσωσε το θρόνο του.
Όλες οι ταραχές δεν αποσταθεροποίησαν την αυτοκρατορία. Μία αιματηρή εμφύλια
διαμάχη κατέληξε σε εξέγερση φυλακισμένων.
15. Μηχανορραφίες
Η αυτοκράτειρα Ειρήνη η Αθηναία
Στη σύγχρονη εποχή η λέξη βυζαντινισμός είναι συνώνυμο της ίντριγκας και της
δολοπλοκίας. Και δεν φαίνεται να είχαν άδικο αυτοί που τον καθιέρωσαν. Στην αυλή
της Κωνσταντινούπολης υπήρχαν οι ευνούχοι και οι αυλικοί, που διαγκωνίζονταν για
να κερδίσουν την εύνοια του αυτοκράτορα, ο οποίος κυβερνούσε με τους
πανίσχυρους ευνοούμενους του. Σ’ ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα, ο ευνούχος
Σταυράκιος (?-800) βοήθησε την αυτοκράτειρα Ειρήνη την Αθηναία να ανατρέψει
και να σκοτώσει το ίδιο της το παιδί, τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο ΣΤ’ (771-797).
Στη συνέχεια ο Σταυράκιος ανατράπηκε από τον ευνούχο Αέτιο, που ήθελε να
τοποθετήσει τον αδελφό του ως αυτοκράτορα. Αλλά ο Αέτιος απέτυχε, καθώς ο
Λογοθέτης του Γενικού (ταυτίζεται με τον σημερινό υπουργό Οικονομικών)
Νικηφόρος οργάνωσε πραξικόπημα και χρίστηκε αυτός αυτοκράτορας (Νικηφόρος
Α’) έως ότου οι Βούλγαροι τον νίκησαν στη Μάχη της Πλίσκας (811) κι έκαναν το
κρανίο του κρασοπότηρο. Οι μηχανορραφίες και δολοπλοκίες συνεχίστηκαν έως την
πτώση της Κωνσταντινούπολης. Ακόμη και όταν οι Οθωμανοί του Μωάμεθ
βρίσκονταν έξω από τα τείχη της και οι ημέρες της Βασιλεύουσας ήταν μετρημένες, ο
μέγας δούκας Λουκάς Νοταράς προσπαθούσε να εξασφαλίσει προσοδοφόρες αυλικές
θέσεις για τους γιους του.
Ο ρινότμητος αυτοκράτορας
Ο τρομερός και φοβερός Ιουστινιανός Β’ (668-711) ανατράπηκε για πρώτη φορά το
695. Οι επαναστάτες τού έκοψαν τη μύτη και τη γλώσσα και τον εξόρισαν στην
Κριμαία, στη χώρα των Χαζάρων. Αυτός, όμως, κατόρθωσε να δραπετεύσει και
άρχισε τις μηχανορραφίες για την επάνοδό του στην εξουσία. Ο νέος αυτοκράτορας
Λεόντιος (600-706) δωροδόκησε τους Χαζάρους για να τον δολοφονήσουν, αλλά ο
Ιουστινιανός σκότωσε τους δολοφόνους τους και δραπέτευσε στη Βουλγαρία μ’ ένα
ψαράδικο. Εκεί συμμάχησε με τον χαγάνο Τερβέλη (675-721) και οδήγησε ένα
στρατό από 15.000 Βούλγαρους και Σλάβους έξω από τα τείχη της
Κωνσταντινούπολης. Αφού δεν μπόρεσε να την καταλάβει με έφοδο, τα κατάφερε
οδηγώντας μία ομάδα ανδρών του μέσα από τους υπονόμους της Πόλης,
αιφνιδιάζοντας τον αυτοκράτορα Τιβέριο Γ’ (?-706) . Ο Ιουστινιανός ανέκτησε την
εξουσία και τιμώρησε σκληρά τους εχθρούς του. Κυβέρνησε για άλλα έξι χρόνια,
έχοντας προσαρμόσει μία χρυσή μύτη στη θέση της φυσικής κι έχοντας δίπλα του ένα
διερμηνέα για να αποκρυπτογραφεί τους γρυλλισμούς του. Ανατράπηκε εκ νέου το
16. 711 με πραξικόπημα του στρατηγού Φιλιππικού Βαρδάνη και αυτή τη φορά
δολοφονήθηκε.
Ακρωτηριασμοί
Οι Βυζαντινοί πίστευαν ότι οι άνθρωποι με αναπηρίες ήταν ακατάλληλοι για το
θρόνο. Γι’ αυτό κάποιοι από τους διεκδικητές του θρόνου φρόντιζαν να
ακρωτηριάζουν τους αντιπάλους τους παρά να τους σκοτώνουν. Η τύφλωση ήταν
πολύ δημοφιλής, όπως και το κόψιμο της μύτης και της γλώσσας. Στα όψιμα χρόνια
της αυτοκρατορίας ο ευνουχισμός ήταν κοινή πρακτική. Ο Ιωάννης Δ' Λάσκαρης
(1250-1305) έζησε 40 χρόνια τυφλός, καθώς τυφλώθηκε ανήμερα τα Χριστούγεννα
του 1261, με διαταγή του αυτοκράτορα Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγου (1223-1282) για να
μην απειλήσει στο μέλλον τη δυναστεία των Παλαιολόγων. Η αυτοκράτειρα Ειρήνη η
Αθηναία (752-803) δεν δίστασε να τυφλώσει τον μοναχογιό της Κωνσταντίνο ΣΤ’
(771-805), προκειμένου να ασκεί ακώλυτα την εξουσία με τον ευνοούμενό της
Σταυράκιο. Όμως, υπήρχαν και οι εξαιρέσεις. Ο Βασίλειος Λεκαπηνός (910-996)
ευνουχίστηκε σε μικρή ηλικία, αλλά κατόρθωσε να ανέβει στα ανώτερα κλιμάκια της
βυζαντινής εξουσίας και να γίνει ένας πανίσχυρος αυλικός, επηρεάζοντας από το
παρασκήνιο μία σειρά από ανίσχυρους αυτοκράτορες.
17. Δολοφονίες
Σε αρκετές περιπτώσεις το δυναστικό ζήτημα στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία λυνόταν
με δολοφονίες αυτοκρατόρων. Ο Κώνστας Β’ (630-668), γνωστός και ως Πωγωνάτος,
χτυπήθηκε μέχρι θανάτου με μία σαπουνοθήκη από άνθρωπο της αυλής του, την ώρα
που έπαιρνε το λουτρό του στις Συρακούσες. Ο Μιχαήλ Γ’ ο Μέθυσος (839-867)
σκοτώθηκε μέσα στην κρεβατοκάμαρά του από άνδρα του μετέπειτα διαδόχου του
Βασιλείου Α’ (ιδρυτή της Μακεδονικής δυναστείας), καθώς δεν μπόρεσε να προβάλει
αντίσταση, ύστερα από ένα άγριο μεθύσι. Στην κρεβατοκάμαρά του δολοφονήθηκε
και ο πιο διάσημος Νικηφόρος Φωκάς (912-1969), ο οποίος είχε αντιληφθεί την
εναντίον του συνωμοσία, αλλά δεν φανταζόταν ότι η σύζυγός του θα έκρυβε τους
δολοφόνους του στο ιδιαίτερο διαμέρισμά του. Ο Λέων Ε’ ο Αρμένιος (775-823)
βρισκόταν σε αντιπαράθεση με τον παλιό συναγωνιστή Μιχαήλ Τραυλό, τον οποίο
φυλάκισε. Ο Μιχαήλ από τη φυλακή οργάνωσε συνωμοσία εναντίον του
αυτοκράτορα και ανήμερα τα Χριστούγεννα, άνθρωποί του μεταμφιεσμένοι σε
μοναχούς μπήκαν στο παρεκκλήσιο του παλατιού και επιτέθηκαν στον Λέοντα με
μαχαίρια και σπαθιά. Ο αυτοκράτορας άρπαξε ένα βαρύ σταυρό για να αμυνθεί,
αλλά οι συνωμότες ήταν περισσότεροι και τον αποτελείωσαν. Στη συνέχεια, αφού
πέταξαν τη σορό του στην αποχέτευση, ανακήρυξαν τον εκλεκτό τους αυτοκράτορα
με το όνομα Μιχαήλ Β’.
Η δολοφονία του Νικηφόρου β’ Φωκά
8.Βία και Εξουσία.
Στο Βυζάντιο, σε αντιστοιχία με το μονοθεϊσμό, υπήρχε η υπέρτατη εξουσία στη γη
του ενός και μόνου αυτοκράτορα. Ο εστεμμένος αυτοκράτορας ήταν ο εκλεκτός του
Θεού, ο αντιπρόσωπός του στη γη. Ενσάρκωνε όλες τις αρετές και το νόμο. Όλες οι
εξουσίες εκπορεύονταν από αυτόν και αυτός διόριζε τους αξιωματούχους στην
πολιτική, διοικητική και στρατιωτική ιεραρχία. Η ιδιότητα του αυτοκράτορα
προϋπέθετε και εξαιρετική γενναιότητα. Ανώτατος αρχηγός του στρατού, συχνά
ηγούνταν των στρατιωτικών δυνάμεων κατά τους πολέμους και μεριμνούσε για την
ασφάλεια των συνόρων. Στο χώρο της Εκκλησίας, κεφαλή της οποίας ήταν ο
πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, ο αυτοκράτορας ασκούσε εποπτεία και
18. απολάμβανε ειδικά προνόμια. Εκκλησία και κράτος επιδίωκαν από κοινού να
συντάξουν όλους τους λαούς υπό την αιγίδα του Χριστού, και συνεπώς και του
Βυζαντινού αυτοκράτορα που ήταν ο εκπρόσωπός του επί της γης.
Βιβλιογραφία -Δικτυογραφία.
1. Ο δημόσιος και ιδιωτικός βίος των Βυζαντινών , Talbot-Rice Tamara , εκδ.
Παπαδήμα , Αθήνα ,2006
2. http://exploringbyzantium.gr/EKBMM/
3. http://www.byzantinemuseum.gr/el/permanentexhibition/byzantine_world/
public_private_life/
4. http://vizantinaistorika.blogspot.gr/2014/11/blog-post_19.html
5. http://www.fhw.gr/chronos/gr/
6. http://www.byzantium.xronikon.com/gremperors.html
7. http://www.ime.gr/chronos/09/gr/k/867/main/k11.html
8. http://photodentro.edu.gr/v/item/ds/8521/9644
Φαράντου Καρολίνα – Μαργαρίτα , B 4